Ο Γιώργος Παπαγιάννης επέστρεψε στην ομάδα που υποστηρίζει από μικρό παιδί, τον Παναθηναϊκό και ονειρεύεται στην επάνοδό του, όλους τους τίτλους, όπως δηλώνει στη συνέντευξή του στο allstarbasket.gr.
Η εξασφάλιση πενταετούς συμβολαίου, δείχνει την εμπιστοσύνη της διοίκησης του Παναθηναίκού ΟΠΑΠ απέναντί του και από την πλευρά του, θέλει να το ανταποδώσει με τρόπαια τόσο στις εγχώριες διοργανώσεις όσο και στην Ευρώπη.
Η πορεία του στο NBA είχε πολλά σκαμπανεβάσματα που τον ωρίμασαν νωρίς, ενώ αποκόμισε πολλές εμπειρίες έτσι ώστε να βοηθήσει τον Παναθηναϊκό στο μέλλον.
Η επιλογή στο ντραφτ (Νο13) από τους Σακραμέντο Κινγκς αλλά και η παρουσία του στον Παναθηναϊκό, τον οποίο χαρακτηρίζει οικογένεια, αποτελεί ένα μέρος της εκπλήρωσης του ονείρου του, καθώς είναι οι ομάδες της καρδιάς του από μικρή ηλικία, ενώ για όσους πιστεύουν στα σημάδια της τύχης, θα καταλάβουν ότι ο αριθμός 13 μόνο τυχαίος δεν είναι για τον “γίγαντα” του Παναθηναϊκού…
Συνέντευξη στην ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΑΤΣΙΝΗ
– Νομίζω ότι το Νο 13 σε κυνηγάει καθώς επιλέχθηκες στο Νο 13 του ντραφτ, πήρες τη φανέλα με το Νο 13 στους Σακραμέντο Κινγκς και πλέον αγωνίζεσαι… για τους φιλάθλους της θύρας 13.
“Διάλεξα επίτηδες τη φανέλα με το Νο 13 διότι ήταν μια μίξη της επιλογής μου στα ντραφτ και προερχόμουν από τον Παναθηναϊκό, μια ομάδα που με ανέδειξε”.
– Ποια είναι τα στοιχεία του παιχνιδιού σου, αυτά που έχεις δουλέψει όσο αγωνίστηκες στο ΝΒΑ;
“Οι εμπειρίες που αποκόμισα θεωρώ ως τις πιο σημαντικές, έτσι ώστε να μπορέσω να βοηθήσω την ομάδα όσο περισσότερο γίνεται”.
– Προτού προκύψει η συμφωνία με τους Μπλέιζερς, είχες δεχθεί πρόταση από το Παναθηναϊκό όπου είχες αγωνιστεί για 2 χρόνια και όπως είχες δηλώσει ήταν οικογένειά σου. Πόσο δύσκολο ήταν να αρνηθείς και να κυνηγήσεις το όνειρό σου στο ΝΒΑ;
“Είχα μιλήσει με τον πρόεδρο και του είπα ότι ήμουν πολύ ευγνώμων που μου έκανε πρόταση απευθείας ο ίδιος. Ήταν μια δύσκολη περίοδος για μένα και του είπα ότι θα ήθελα να συνεχίσω τη προσπάθειά μου στην Αμερική, το σεβάστηκε και τελικά επέστρεψα ξανά στην οικογένεια του Παναθηναϊκού”.
– Έχεις υπογράψει 5ετές συμβόλαιο με το Παναθηναϊκό, ποιοι είναι οι προσωπικοί σου στόχοι;
“Βασικός στόχος αυτή τη χρονιά είναι να κερδίσω την εμπιστοσύνη του προπονητή και των συμπαικτών μου, που είναι το πιο σημαντικό κομμάτι για μένα. Θα ήθελα πάρα πολύ να σηκώσουμε φέτος την Ευρωπαϊκό και αν γίνεται να κάνουμε triple crown το οποίο έχει αρκετά χρόνια να επιτευχθεί (σ.σ. o Παναθηναϊκός το έκανε το 2007 και το 2009)”.
– Ποιος από τους τελευταίους σου προπονητές, θεωρείς σε ανέδειξε περισσότερο πριν από τη μετάβασή σου στο ΝΒΑ, ο Ιβάνοβιτς ή ο Τζόρτζεβιτς;
“Από τον κάθε προπονητή στη μέχρι τώρα πορεία μου έχω πάρει κάτι διαφορετικό, οπότε και τις δύο χρονιές μου στον Παναθηναϊκό κατάφερα να εντάξω στο παιχνίδι μου νέα στοιχεία”.
– Έχεις χαρακτηρίσει τον Παναθηναϊκό “οικογένειά σου”. Πώς δημιουργήθηκε μέσα σου αυτό το συναίσθημα;
“Από την πρώτη μου χρονιά στην ομάδα όλοι με αγκάλιασαν απευθείας, οι φίλαθλοι ήταν πάντα στο πλάι μου στέλνοντάς μου προσωπικά μηνύματα ακόμα και όταν είχα φύγει από τον Παναθηναϊκό. Δέθηκα πολύ και η στήριξη του κόσμου ήταν μεγάλη όταν πέρασα δύσκολα στο ΝΒΑ ενώ επίσης από μικρός έχω μεγαλώσει σαν Παναθηναϊκός”.
– Φεύγοντας από το ΝΒΑ και ερχόμενος στην Ευρώπη είπες το μεγάλο αντίο ή στο επανειδείν;
“Δεν είπα τίποτα, ξέχασα το παρελθόν και αυτό κάνω τις περισσότερες φορές. Θα προσπαθήσω να δώσω τον καλύτερό μου εαυτό στο Παναθηναϊκό και στο μέλλον βλέπουμε”.
– Πώς είναι η καθημερινότητα, εντός παρκέ, ενός αθλητή στο ΝΒΑ και ενός στην Ευρώπη;
“Πλέον οι διαφορές είναι μικρές. Στο ΝΒΑ υπάρχουν πιο αθλητικά κορμιά αλλά και στην Ευρώπη είναι πολύ κοντά, στο ίδιο επίπεδο θα έλεγα, κυρίως αναφερόμενος στις ομάδες επιπέδου Ευρωλίγκα, γι’ αυτό και βλέπουμε συχνά παίχτες να μεταπηδούν στην μία ή την άλλη λίγκα”.
– Βλέπουμε ότι στο ΝΒΑ επενδύουν πάνω σε νέα ταλέντα χτίζοντας την ομάδα πάνω τους, εν αντιθέσει με τις Ευρωπαϊκές ομάδες που αναζητούν έτοιμους παίχτες και ιδιαίτερα οι διεκδικήτριες τίτλων. Που θεωρείς ότι οφείλεται αυτό;
“Οι ομάδες που διεκδικούν τους 14 πρώτους παίκτες από το ντραφτ, όπου θεωρητικά είναι οι πιο αδύναμες, είναι εκείνες που έχουν ένα πρότζεκτ και επιλέγοντας τους παίκτες που έχουν κάνει τη καλύτερη χρονιά στο κολέγιο, φτιάχνουν πάνω τους την ομάδα.
Στην Ευρώπη, αναφερόμενος στη κορυφαία διοργάνωση, την Ευρωλίγκα, επειδή είναι λιγότερες οι ομάδες και τα παιχνίδια και μεγάλες οι απαιτήσεις, θεωρώ ότι ένας παίκτης πρέπει να είναι πιο έτοιμος να αγωνιστεί.
Αυτό δύσκολα θα το βρεις σε ένα νέο παιδί αν και υπάρχουν οι εξαιρέσεις, όπως ο Ντόντσιτς, όπου με τις διακρίσεις του στην Ευρώπη μεταπήδησε στο ΝΒΑ”.