Πεδουλάκης

Μεγάλες στιγμές ζει το Περιστέρι με τον Ατρόμητο να βρίσκεται στην 2η θέση της βαθμολογίας του ποδοσφαιρικού Πρωταθλήματος (σε απόσταση δύο μόλις βαθμών από τον πρωτοπόρο ΠΑΟΚ) και τον Γυμναστικό Σύλλογο της πόλης αήττητο στην κορυφή της Basket League μαζί με τους δύο «αιώνιους αντιπάλους» Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό.

Ο Ατρόμητος επαναλαμβάνει την εξαιρετική πορεία του την περασμένη σεζόν, ενώ ο Γ.Σ.Π. κάνει δυναμική επιστροφή στα «σαλόνια» του ελληνικού μπάσκετ, ύστερα από πέντε χρόνια απουσίας.

Η «συνταγή» της επιτυχίας των δύο ομάδων του Περιστερίου είναι κοινή. Και στον Ατρόμητο και στον Γ.Σ.Π. οι διοικητικοί ηγέτες (Γιώργος Σπανός στους «κυανόλευκους» και οι Φίλιππος Κότσης, Ανδρέας Πολέμης στους «κυανοκίτρινους») είναι αξιόπιστοι οικονομικά, γνώστες του αθλητισμού και με μεγάλη εμπειρία.

Ακριβώς λόγω της εμπειρίας και της γνώσης του για τον αθλητισμό άρχισαν το «χτίσιμο» των ομάδων τους από την θέση του προπονητή. Επέλεξαν προπονητές με ικανότητα υψηλού επιπέδου και εμπειρία, τον Αυστριακό Νταμίρ Κάναντι ο Ατρόμητος και τον Αργύρη Πεδουλάκη, που είναι «γέννημα θρέμμα» του συλλόγου, και τους εμπιστεύτηκαν την συγκρότηση, την διαχείριση και την εξέλιξη του ρόστερ.

Θα αναρωτηθεί κάποιος: Δεν είναι αυτονόητο ότι η σημαντικότερη επένδυση μιας διοίκησης είναι στην θέση του προπονητή; Στην ελληνική πραγματικότητα δεν είναι καθόλου αυτονόητο. Πρώτα από όλα γιατί η πλειοψηφία των Ελλήνων φιλάθλων θεωρεί ότι είναι καλύτερη από τους καλύτερους προπονητές!

Και επειδή οι παράγοντες προέρχονται κυρίως από τις τάξεις των φιλάθλων, σε αρκετές εάν όχι στις περισσότερες διοικήσεις ομάδων ποδοσφαίρου και μπάσκετ επικρατεί η άποψη ότι οι παράγοντες – κάποιοι μάλιστα υποστηρίζουν ότι είναι και τεχνοκράτες – ξέρουν καλύτερα από τους προπονητές!

Η εμπειρία, ωστόσο, έχει διδάξει όσους έχουν περάσει χρόνια στα γήπεδα του ποδοσφαίρου, του μπάσκετ και γενικά στον χώρο του αθλητισμού ότι ακριβώς η σημαντικότερη επένδυση μιας διοίκησης είναι στο πρόσωπο του προπονητή. Και ότι μετά την επιλογή του προπονητή, το βασικό μέλημα μιας διοίκησης είναι να τον θωρακίσει, να δώσει το μήνυμα προς τους αθλητές και όσους βρίσκονται στο περιβάλλον της ομάδας ότι εκείνος είναι ο απόλυτος «άρχοντας» εντός των τεσσάρων γραμμών, εντός του αγωνιστικού χώρου και των αποδυτηρίων.

Ούτε ο Ατρόμητος, ούτε το Περιστέρι θα είχαν παρά την οικονομική αξιοπιστία των διοικήσεων τους, την εξαιρετική πορεία στα πρωταθλήματα της φετινής σεζόν, εάν δεν είχαν έμπειρους προπονητές υψηλού επιπέδου, στους οποίους έχει ανατεθεί ο πλήρης έλεγχος των αγωνιστικών τμημάτων τους και περιβάλλονται με εμπιστοσύνη. Και αυτό αποδεικνύεται σχεδόν καθημερινά σε άλλες ομάδες που έχουν διοικήσεις με οικονομική άνεση, αλλά δεν έχουν την νοοτροπία και την γνώση ότι η επιλογή του προπονητή οφείλει να είναι η τεκμηριωμένα καλύτερη δυνατή και πως ο προπονητής επιβάλλεται να είναι το απόλυτο «αφεντικό» στα αποδυτήρια και εντός των τεσσάρων γραμμών του γηπέδου.

Την λειτουργία του αθλητισμού και των ομάδων διέπει μια ιεραρχία. Όταν καταστρατηγείται η ιεραρχία, τίποτε δεν μπορεί να λειτουργήσει σωστά. Συνεπώς από τις διοικήσεις πρέπει να επιλέγεται ο προπονητής που αποδεδειγμένα έχει αξία και ικανότητες και όχι ο φίλος του προέδρου ή ο «εκλεκτός» του μάνατζερ ή εκείνος που δεν κοστίζει πολλά για να δοθούν περισσότερα χρήματα για τους παίκτες…

Τουλάχιστον ο ΓΣΠ έχει «μπολιαστεί» με την νοοτροπία ότι η ομάδα ξεκινάει από τον προπονητή από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσης του. Το 1977 όταν το Περιστέρι έπαιζε ακόμη στην Α’ ΕΣΚΑ συμφώνησε με τον κορυφαίο προπονητή της εποχής, τον αείμνηστο Φαίδωνα Ματθαίου.

Το Περιστέρι συνέχισε και τα επόμενα χρόνια και δεκαετίες με «οδηγό» αυτή την νοοτροπία και γι’ αυτό κατάφερε επανειλημμένα να ξεπεράσει τα όρια του όπως κάνει και σήμερα.