Κουμπούρας

Για τις εμπειρίες του ως αθλητής και τον νέο του ρόλο μίλησε ο Φάνης Κουμπούρας στο Man to Man, το podcast της Stoiximan GBL.

Αρχικά, έκανε τη σύγκριση ανάμεσα σε παίκτη και τιμ μάνατζερ: “Ήταν μια μετάβαση που έπρεπε να γίνει, γιατί, εντάξει… μεγάλωσα, έπρεπε να βγάλω το σορτσάκι (γέλια). Επιτέλους! Να φορέσω κάτι άλλο. Πάντα το αγωνιστικό κομμάτι είναι το πιο ωραίο. Το παιχνίδι είναι οι παίκτες, αυτοί είναι οι πρωταγωνιστές. Και το να παίζεις είναι ό,τι πιο όμορφο υπάρχει.

Η μετάβαση ήταν πάρα πολύ εύκολη για μένα. Ήμουν απολύτως συνειδητοποιημένος ότι έπρεπε να σταματήσω. Το πήρα απόφαση και σταμάτησα. Μπορώ να σου πω ότι δεν μου έχει λείψει κιόλας, γιατί παραμένω μέσα στον χώρο. Το ζω καθημερινά και δεν μου λείπει το αγωνιστικό κομμάτι”.

Έπειτα, o Φάνης Κουμπούρας μίλησε:

Για το γεγονός ότι μπήκε απευθείας στα βαθιά ως τιμ μάνατζερ στην ΑΕΚ: “Νομίζω πιο βαθιά… δεν γίνεται! Αλλά πραγματικά, η ΑΕΚ ήταν μια τρομερή εμπειρία. Πέρασα φανταστικά και, το σημαντικότερο, έμαθα τη δουλειά. Ήταν το καλύτερο σχολείο που θα μπορούσα να έχω, με βάση τις απαιτήσεις και τις συνθήκες. Με έβαλε κατευθείαν στον ρόλο και με βοήθησε να καταλάβω τι σημαίνει να λειτουργείς καθημερινά σε αυτό το επίπεδο”.

Για την περυσινή πορεία της ΑΕΚ σε Ελλάδα και Ευρώπη: “Αν το καλοσκεφτείς, για ένα και μόνο δεκάλεπτο, εκείνο απέναντι στη Μάλαγα στον ημιτελικό του BCL, θα μπορούσαμε να έχουμε πετύχει κάτι ακόμα μεγαλύτερο. Αλλά όταν μια χρονιά κρίνεται μόνο από δέκα λεπτά, τότε δεν μπορείς να πεις τίποτα αρνητικό. Η σεζόν ήταν εξαιρετική σε όλα τα επίπεδα. Με εξαίρεση εκείνο το δεκάλεπτο, ήταν πραγματικά μια τέλεια χρονιά”.

Για την επιστροφή του στο Μαρούσι ως τιμ μάνατζερ και τις συγκρίσεις με το παρελθόν: “Δεν ξέρω κατά πόσο μπορείς να συγκρίνεις εκείνες τις καταστάσεις. Πήγα στο Μαρούσι πριν από σχεδόν 20 χρόνια, το 2008. Το άθλημα έχει αλλάξει, είναι διαφορετικά πλέον, υπάρχουν πολλοί Αμερικανοί, το παιχνίδι είναι πιο αθλητικό. Είναι άλλο άθλημα”.

Για τα χρόνια του στο Μαρούσι ως παίκτης: “Μετά τα μέσα της πρώτης χρονιάς, ξεκίνησαν τα οικονομικά προβλήματα. Αγωνιστικά, και οι δύο χρονιές ήταν σούπερ. Ήταν ένα πρότζεκτ που ξεκίνησε τότε ο Σούλης Μαρκόπουλος και μετά ήρθε ο Γιώργος Μπαρτζώκας, με αρκετούς Έλληνες και νέους παίκτες.

Θυμάμαι πως την πρώτη χρονιά είχαμε δέκα Έλληνες και δύο Αμερικανούς, τον Μπίλι Κις και τον Στίβενσον! Και τις δύο χρονιές βγήκαμε τρίτοι, ενώ τη δεύτερη χρονιά παίξαμε και EuroLeague. Αγωνιστικά ήταν τρομερό, αλλά το εξωαγωνιστικό ήταν καταστροφικό και πολύ δύσκολο”.

Για την παρουσία του Αμαρουσίου στη EuroLeague: “Είχαμε χάσει στην Παρτιζάν, σε ένα παιχνίδι που έκρινε σε μεγάλο βαθμό την πρόκριση στους “8”. Τελικά η Παρτιζάν πέρασε αντί για εμάς και πήγε στο Final-4, αφού απέκλεισε τη Μακάμπι στα προημιτελικά. Ήταν μια τρομερή χρονιά, τι να λέμε τώρα… Ήμασταν όλοι νεαροί, με μεγάλη δίψα να παίξουμε και να διακριθούμε! Το ζούσαμε πολύ έντονα και το απολαμβάναμε. Και είχαμε τρομερή παρέα. Έλληνες και ξένοι ήμασταν δεμένοι, πραγματικά κάναμε φανταστική παρέα όλοι μαζί”.

Για την ομάδα με την οποία δέθηκε περισσότερο στην μπασκετική του διαδρομή: “Δύσκολη ερώτηση… Στο Μαρούσι είχαμε πολλά προβλήματα, πέρασα κι εγώ τον χιαστό, δεν είναι εύκολος τραυματισμός. Σίγουρα πάντως θα έβαζα το Ρέθυμνο. Σίγουρα! Ήταν κάτι πολύ ξεχωριστό για μένα. Είναι και το μέρος”.

Για το τι έχει μείνει ίδιο στη διαδρομή του στο μπάσκετ: “Νομίζω ότι ο χαρακτήρας μου έχει μείνει ίδιος. Δεν άλλαξα ποτέ, ούτε το επιδίωξα να αλλάξω. Αυτός που ήμουν στα 18 μου, είμαι και τώρα. Ένα παιδί που αγαπάει αυτό το άθλημα. Δεν μπλέκω σε ίντριγκες, δεν δημιουργώ προβλήματα. Παίζω το μπάσκετ μου και συνεχίζω. Αυτή ήταν πάντα η νοοτροπία μου”.

Για το τι μένει στο τέλος της ημέρας: “Το όνειρό μου! Αυτό μένει. Το λέω πάντα. Το μπάσκετ ήταν το μοναδικό ταξίδι που είχα ονειρευτεί. Δεν ήθελα να κάνω τίποτα άλλο στη ζωή μου. Από παιδί έλεγα πως θέλω να παίξω μπάσκετ και νιώθω πολύ τυχερός που το κατάφερα”.

Για το πέρασμά του από την Ολύμπια Λάρισας: “Η Λάρισα ήταν το step up για μένα. Η ομάδα στην οποία έκανα την καλύτερη μου χρονιά. Είχα προπονητή τον Γιώργο Μπαρτζώκα, είχα μόλις φύγει από τον Απόλλωνα για να πάω στην Ολύμπια. Νομίζω πως ήταν η χρονιά της καταξίωσης μου στη Stoiximan GBL”.

Για τη συνεργασία του με τον Γιώργο Μπαρτζώκα σε Ολύμπια και Μαρούσι: “Τρομερός προπονητής. Από τότε φαινόταν ότι προοριζόταν για πολύ υψηλό επίπεδο. Είναι φανταστικός άνθρωπος, με τρομερή προσήλωση στη λεπτομέρεια. Δούλευε πολύ, ήξερε τι ζητούσε από την ομάδα του και ήταν πάντα ξεκάθαρος. Έμαθα πολλά δίπλα του”.

Για τη Χαλκίδα: “Έφυγα από το εφηβικό του Πανιωνίου, στα 16 προς 17, και πήγα στη Χαλκίδα, στο ανδρικό, στη Β’ Εθνική. Η μετάβαση δεν ήταν τόσο εύκολη όσο περίμενα. Προπονητής ήταν ο Βαγγέλης Αγγέλου, τρομερός άνθρωπος και εξαιρετικός προπονητής. Του χρωστάω πάρα πολλά, πραγματικά! Μπορεί τότε στη Χαλκίδα να μην κατάφερα να δείξω αγωνιστικά αυτό που περίμενε από μένα, όμως όταν έφτασα αργότερα στη Stoiximan GBL, ήμουν έτοιμος. Και σε αυτό, εκείνος έχει μεγάλο μερίδιο”.

Για τον Άρη: “Ο Άρης είναι τεράστια ομάδα. Εμείς σταθήκαμε τυχεροί γιατί ζήσαμε μικρούς τελικούς Άρης–ΠΑΟΚ! Δύο εβδομάδες με συνεχόμενα παιχνίδια και ολόκληρη η πόλη ζούσε για αυτά τα ματς. Η σειρά ήταν στις τρεις νίκες και πήγε στα πέντε παιχνίδια. Και στα πέντε, τα γήπεδα ήταν κατάμεστα! Ήταν μια τρομερή εμπειρία. Είμαι πολύ ευχαριστημένος και περήφανος που φόρεσα τη φανέλα του Άρη”.

Για τον Κολοσσό: “Στον Κολοσσό έκανα και πολύ καλούς φίλους, παιδιά από τη Ρόδο που έγιναν αδερφικοί μου φίλοι! Για παράδειγμα, ο Σάββας Ματσαμάς, που τώρα ασχολείται με την ομάδα”.

Για τον Προμηθέα: “Εκεί γνώρισα τους ανθρώπους του Προμηθέα. Ήταν η χρονιά που ανεβήκαμε από την Α2 στην Α1, με συμπαίκτες τον Νίκο Πέττα και τον Άγγελο Τσάμη. Ήταν μια πολύ όμορφη εμπειρία. Ο Προμηθέας τότε μόλις ξεκινούσε και φαινόταν πως ήθελε να κάνει μεγάλα πράγματα. Το καταλάβαμε και πράγματι έγινε καλή δουλειά”.

Για την παρουσία του στο Ρέθυμνο: “Αγαπώ το Ρέθυμνο, εκεί έχω και τους κουμπάρους μου! Ο Νίκος Τζανιδάκης είναι πια κουμπάρος μου, έχουν βαφτίσει το παιδί μου. Ήταν μια μεγάλη παρέα. Ήμουν τότε πολύ δεμένος και με τον Γιάννη Καλαμπόκη. Είχαμε μαζί τον Άκη Καλλινικίδη, τον Γιώργο Κουμούλο, τον Γιάννη Σίννη, τον Λάμπρο Αντωνόπουλο και τον Ανδρέα Κανονίδη, όλοι μαζί είχαμε φτιάξει μια φοβερή ομάδα και παρέα. Από τους ξένους ήταν ο Κράβιτς, με τον οποίο είχαμε καλή σχέση. Στο προπονητικό τιμ ήταν ο Χάρης Κουλουριώτης ως βοηθός, ενώ ο Κωστής Ζομπανάκης που μας στήριζε σε πολλά πράγματα. Και φυσικά, ήταν και ο τόπος που έδεσε όλο αυτό”.

Για την εμπειρία του στις χαμηλότερες κατηγορίες: “Είναι ένας συνδυασμός πραγμάτων. Όταν έφυγα από τη Stoiximan GBL, συνειδητοποίησα ότι δεν μπορούσα να συνεχίσω σε τόσο υψηλό επίπεδο. Είχα φτάσει σε μια ηλικία που έπρεπε να κατέβω κατηγορίες γιατί δεν μπορούσα να ανταπεξέλθω, ενώ παράλληλα δούλευα το πρωί. Δεν ήμουν έτοιμος να κόψω το μπάσκετ, οπότε τελικά συνέχισα στις χαμηλότερες κατηγορίες για να μπορώ να συνδυάσω και τα δύο. Και εκεί το μπάσκετ είναι πολύ ωραίο, υπάρχει ταλέντο και πάθος”.

Για την απόφασή του να γίνει προπονητής στον ΕΦΑΟΖ: “Όλα έγιναν πολύ γρήγορα. Με πήραν τηλέφωνο, ήμουν διαθέσιμος και δέχτηκα. Ήθελα να μείνω στον χώρο του μπάσκετ, δεν ήθελα να απομακρυνθώ. Ήταν μια πολύ ωραία εμπειρία, αν και πολύ δύσκολη. Μου άρεσε και ήθελα να συνεχίσω την προπονητική, ήθελα να μπω σε ένα σταφ και να συνεχίσω ως βοηθός αφού ταιριάζει πολύ και στον χαρακτήρα μου αλλά μετά το τέλος της χρονιάς ήρθε η πρόταση από την ΑΕΚ για τη θέση του team manager, που πιστεύω πως μου ταιριάζει περισσότερο”.

Για όσα κρατάει από τη θητεία του στην ΑΕΚ ως τιμ μάνατζερ: “Αυτό που μου έμεινε πιο πολύ ήταν τα λόγια των παιδιών στο τέλος της χρονιάς. Οι Έλληνες και οι ξένοι ήρθαν να με ευχαριστήσουν, να μου πουν κάποια πράγματα. Εγώ ένιωσα πραγματικά όμορφα, γιατί κατάλαβα ότι κατάφερα να τους βοηθήσω όσο μπορούσα”.

Για την πικρία από τον αποκλεισμό στα ημιτελικά του BCL από τη Μάλαγα: “Ναι, μένει πικρία. Η ΑΕΚ θα μπορούσε να φτάσει μέχρι τον τελικό. Είναι αυτά τα 3-4 λεπτά που κλατάραμε στο τέλος, αυτή είναι η σωστή λέξη. Ίσως δεν αντέξαμε την πίεση της νίκης, γιατί όταν περάσαμε μπροστά σκεφτήκαμε “ωραία, πάμε να κερδίσουμε τώρα”. Η Μάλαγα όμως είναι πολύ έμπειρη ομάδα, με φοβερούς παίκτες που παίζουν χρόνια μαζί και φάνηκε ότι δεν φοβήθηκε”.

Για τη φετινή προσπάθεια στο Μαρούσι: “Από την αρχή της χρονιάς στόχος ήταν να γίνουν κάποια πολύ σωστά βήματα. Ήρθε ως general manager ο Θανάσης Σουφλιάς, ένας εξαιρετικά ικανός και σοβαρός άνθρωπος στη δουλειά του. Μαζί του και ο κόουτς Ηλίας Παπαθεοδώρου, δύο άνθρωποι που δείχνουν ότι κάνουν καλά τη δουλειά τους.

Άρα, όλα ξεκινούν από μια θετική βάση. Όταν μου έγινε η πρόταση από τον Θανάση, ήμουν απόλυτα θετικός να συνεργαστούμε. Βλέπεις πως προσπαθούν να αλλάξουν πολλά πράγματα και είμαι σίγουρος πως και η εικόνα μας στο γήπεδο θα είναι πολύ διαφορετική σε σχέση με πέρυσι”.

Για το αν σκεφτόταν να παίξει στο εξωτερικό: “Ήθελα πολύ να παίξω έξω. Μάλιστα, τη μέρα που μίλησα με μία ομάδα, το ίδιο βράδυ έπαθα ρήξη χιαστού! Ήμουν στην Ιταλία, είχε έρθει ο άνθρωπος της ομάδας να μιλήσουμε και μετά από λίγες ώρες έπαθα χιαστό. Ήταν κάτι που δεν κατάφερα ποτέ στην καριέρα μου, παρότι το ήθελα πολύ και το συζητούσα συνεχώς με τον μάνατζερ μου. Αλλά έτσι είναι τα πράγματα. Συνεχίζεις και προχωράς”.